Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης
Ο Ποιητής του Επέκεινα αλλά και του «Εδώ και Τώρα»
Ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειάς του, γεννημένος μετά από τρεις αδελφές. Μία από αυτές, η Χρυσούλα, ήταν η γνωστή ποιήτρια Ζωή Καρέλη. Στη Θεσσαλονίκη έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, εκτός από κάποια “διαλείμματα” για σπουδές, στο Παρίσι και στο Στρασβούργο. Σπούδασε οπτική φυσιολογία, βοτανολογία και φαρμακευτική. 1922. Σε ηλικία μόλις 14 ετών γράφει μια Παγκόσμια Γεωγραφία που παίρνει έγκριση από το Υπουργείο Παιδείας, η οποία και ανακαλείται όταν γίνεται γνωστή η ηλικία του συγραφέα!
Ως φοιτητής, στο Παρίσι δέχτηκε επιρροές από την έντονα συμβολιστική σκανδιναβική λογοτεχνία, η οποία, όπως ο ίδιος έλεγε, του άλλαξε επίπεδο στη σκέψη. Στο Στρασβούργο επηρεάστηκε εντονότατα από τον Γάλλο θεατρικό συγγραφέα, Πολ Κλοντέλ. Όλα αυτά μέχρι το 1936, γιατί από τη χρονολογία αυτή και έπειτα «αλώνεται» εκούσια από τους βυζαντινούς χρονογράφους, ενώ οι διάφορες συναισθηματικές απογοητεύεις του αναζητούν και αυτές διέξοδο στη γραφή.
Το 1933 επισκέφτηκε για πρώτη φορά το Άγιο Όρος, το οποίο, μέχρι τον θάνατά του έμελλε να επισκεφθεί ενενήντα τέσσερις φορές! Το 1943 εντάσσεται στο Κομμουνιστικό Κόμμα.
Η πάλη του αυτή με τα συναισθηματικά και ερωτιά αδιέξοδα θα συνεχιστεί μέχρι το 1948, όταν παντρεύεται τη Νίκη Λαζαρίδου και αποχτούν έναν γιο, τον Γαβριήλ. Τότε είναι που γράφει και το γνωστό μυθιστόρημα Το Μυθιστόρημα της Κυρίας Έρσης.
Ως το 1989 ταξιδεύει στην Ολλανδία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, το Βέλγιο και την Αγγλία, ενώ ταυτόχρονα δεν σταματάει να ασχολείται με τον Συναξαριστή του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη, ενασχόληση που θα κρατήσει μέχρι τον θάνατό του.
Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, Η βροχή
Όπως ο άνεμος που φέρνει νερό, γέρνει το πλοίο με τα ιστία
απ' τη μια μπάντα, και περνούν κάτω απ' την εύδρομη τρόπιδα,
και σκαμπανεβάζουν το κύτος τα πολυκέφαλα κύματα
το ξεφύλλισμα κάποιων αναμνηστικών,
έγειρε την ύπαρξή μου ολόκληρη στη νοσταλγία.
Όπως είναι η βροχή, θέλω να προσδιορίσω,
όταν οι χοντρές στάλες χτυπούν
το ξανθό θερινό χώμα και μεταλλάσσουν την ουσία του
και σηκώνουν τη μυρωδιά.
Όπως είναι η θερινή βροχή, όταν συρτά περνά πάνω στα φύλλα
των δέντρων κι' απ' ανατρίχιασμα κυματίζει
το στρόγγυλο σχήμα τους.
Γιατί το πρόσωπό σου που ζητώ είναι όπως η βροχή η άφθονη,
και τα πράσινα μάτια σου όπως το χρώμα του καιρού, το βαρύ.
Κλεισμένος στην κάμαρη την άγευστη βροχή ακούω να χτυπά
το παράθυρο της μοναξιάς μου.
Γλυκύτατη βροχή, πλούσια σ' όλον τον τόπο.
(Εφημερίδα «Νέα Αλήθεια» Θεσσαλονίκης, 1938)
Όπως ο άνεμος που φέρνει νερό, γέρνει το πλοίο με τα ιστία
απ' τη μια μπάντα, και περνούν κάτω απ' την εύδρομη τρόπιδα,
και σκαμπανεβάζουν το κύτος τα πολυκέφαλα κύματα
το ξεφύλλισμα κάποιων αναμνηστικών,
έγειρε την ύπαρξή μου ολόκληρη στη νοσταλγία.
Όπως είναι η βροχή, θέλω να προσδιορίσω,
όταν οι χοντρές στάλες χτυπούν
το ξανθό θερινό χώμα και μεταλλάσσουν την ουσία του
και σηκώνουν τη μυρωδιά.
Όπως είναι η θερινή βροχή, όταν συρτά περνά πάνω στα φύλλα
των δέντρων κι' απ' ανατρίχιασμα κυματίζει
το στρόγγυλο σχήμα τους.
Γιατί το πρόσωπό σου που ζητώ είναι όπως η βροχή η άφθονη,
και τα πράσινα μάτια σου όπως το χρώμα του καιρού, το βαρύ.
Κλεισμένος στην κάμαρη την άγευστη βροχή ακούω να χτυπά
το παράθυρο της μοναξιάς μου.
Γλυκύτατη βροχή, πλούσια σ' όλον τον τόπο.
(Εφημερίδα «Νέα Αλήθεια» Θεσσαλονίκης, 1938)
Ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης ήταν βαθύτατα θρησκευόμενος- ωστόσο δεν είχε σχέση με την οργανωμένη θρησκεία. Δεν τον ενδιέφερε το ιδεολόγημα της καθ΄ ημάς Ανατολής, αλλά το Βυζάντιο. Οι βυζαντινοί χρονογράφοι τού προσφέρουν ένα πρότυπο να κινηθεί αφηγηματικά, γιατί ούτε χαρακτήρες δημιουργεί ούτε ατμόσφαιρα δια της αφηγηματικής ακολουθίας. Κινείται κυκλικά στον χρόνο, εξ ου και η παρεμβατικότητα των κειμένων του και τα απανωτά ξεστρατίσματα. Ο Πεντζίκης είναι πεζογράφος με μυθική και όχι ιστορική- συνείδηση, δηλαδή με συνείδηση ποιητή. Είναι εκπληκτικός ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποίησε την τεχνική του παστίς- χωρίς πουθενά να δίνει την εντύπωση της μίμησης- προτού την καθιερώσουν οι μεταμοντερνιστές.
Η δήλωσή του ότι «ο χρόνος είναι το πονηρόν» παραπέμπει στην κουλτούρα της Κεντρικής Ευρώπης, δηλαδή σε μια φαουστική ιδεολογία η οποία ορίζεται από το άγχος της εξαγοράς και την παθιασμένη αντίσταση στο πονηρόν, δηλαδή στον χρόνο. Η μόνη αντίσταση (δηλαδή το πλήρες νόημα) είναι η προσευχή. Γι΄ αυτό και ο ίδιος προσευχόταν ανελλιπώς κάθε πρωί επί δύο ώρες προτού κάνει οτιδήποτε. Ως εκ τούτου, η πίστη του στη μετά θάνατον ζωή ήταν απολύτως γνήσια. Ευφυολογήματα ή ξόρκια;
Η δήλωσή του ότι «ο χρόνος είναι το πονηρόν» παραπέμπει στην κουλτούρα της Κεντρικής Ευρώπης, δηλαδή σε μια φαουστική ιδεολογία η οποία ορίζεται από το άγχος της εξαγοράς και την παθιασμένη αντίσταση στο πονηρόν, δηλαδή στον χρόνο. Η μόνη αντίσταση (δηλαδή το πλήρες νόημα) είναι η προσευχή. Γι΄ αυτό και ο ίδιος προσευχόταν ανελλιπώς κάθε πρωί επί δύο ώρες προτού κάνει οτιδήποτε. Ως εκ τούτου, η πίστη του στη μετά θάνατον ζωή ήταν απολύτως γνήσια. Ευφυολογήματα ή ξόρκια;
ανάτυπο από τον τόμο Φώτα Ολόφωτα. Αφιέρωμα στον Παπαδιαμάντη και τον κόσμο του, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, Αθήνα 1981
Στη λογοτεχνική συντεχνία συχνά αναφέρονται στα ευφυολογήματα του Πεντζίκη: ότι λ.χ. (επειδή υπήρξε και ζωγράφος) έλεγε πως ήταν «παις ζωγράφος» , ότι το ούζο σημαίνει «ου ζω» κτλ. Οποιος θέλει να κατανοήσει τον Πεντζίκη αυτά δεν θα πρέπει να τα θεωρεί παραδοξολογίες. Συνιστούν τον τρόπο του να κοροϊδεύει τον Οξαποδώ, να δίνει τη μάχη κατά του θανάτου ή να καταρρακώνει τους πάσης φύσεως επηρμένους. Ας μου επιτραπεί να αναφερθώ εδώ σε κάποιο περιστατικό, αποδεικτικό όχι μόνο των παραπάνω αλλά και της ευφυΐας ενός ανθρώπου που απεχθανόταν την «εξυπνάδα».
Το 1978 μετά την εναρκτήρια συνεδρία ενός διεθνούς συνεδρίου συγγραφέων στην Αθήνα δινόταν δεξίωση στο ξενοδοχείο Χίλτον. Νεοσσός τότε άκουγα μαζί με τον ποιητή Δ. Π. Παπαδίτσα έναν δαιδαλώδη μονόλογο του Πεντζίκη σχετικά με τη ραψωδία λ της Οδύσσειας. Σε λίγο πλησίασε ο μορφωτικός ακόλουθος της αμερικανικής πρεσβείας και μας συστήθηκε. Ο Πεντζίκης του είπε δείχνοντας τον Παπαδίτσα (γιατρός το επάγγελμα): «Αυτός τρώει βιολέτες». Ο Αμερικανός, που μιλούσε πολύ καλά ελληνικά, έμεινε άφωνος. «Είναι ία τρως» πρόσθεσε γελώντας ο Πεντζίκης. «Εγώ δεν καταλαβαίνω,είμαι από χωριό» είπε ο μορφωτικός ακόλουθος. «Από ποιο χωριό,αν επιτρέπεται;» ρώτησε ο Πεντζίκης. «Από τη Νέα Υόρκη» απάντησε ο ακόλουθος, βέβαιος ότι τον κατατρόπωσε. «Α,την ξέρω.Καθαρά προσφυγικός συνοικισμός» είπε ο Πεντζίκης. Ετσι αποδείκνυε ότι κανείς έξυπνος δεν είναι τόσο έξυπνος ώστε να τη γλιτώσει από κάποιον ταπεινό, που ακριβώς η ταπεινότητά του τον εφοδιάζει με σπάνια στοιχεία ευφυΐας ώστε να μετατρέπει την κομπορρημοσύνη του άλλου σε ανοησία.
Βιβλιογραφία
2 σχόλια:
Σοφία, με τον Ν. Γ. Πεντζίκη οι γονείς μου συνδέονταν με μακρινή φιλία και μια φορά είχε έρθει και στο σπίτι μας. Θυμάμαι ένα σεβάσμιο γέροντα να κάθεται στην πιο κεντρική πολυθρόνα του σαλονιού και όλοι να τον ακούν με θαυμασμό. Εγώ βέβαια αποσύρθηκα γρήγορα στο δωμάτιό μου, αλλά όπως έμαθα αργότερα ο συνήθως λαλίστατος και πολύ μορφωμένος πατέρας μου δεν έβγαλε κουβέντα όλο το βράδυ. Όταν την επόμενη η μητέρα μου τον ρώτησε γιατί δεν είχε μιλήσει καθόλου, εκείνος της απάντησε: «Τι να πω στον Πεντζίκη; Αυτός γνωρίζει όλο τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη απ’ έξω!».
Μια που το ανέφερες πως ήταν και ζωγράφος, θυμάμαι πως είχε ζωγραφίσει το πορτραίτο του Κωνσταντίνου Καραμανλή (του θείου) αλλά εννοείται με το δικό του τρόπο και με τη δική του φαντασία. Πράγματι το πορτραίτο δεν τον θύμιζε καθόλου και ο Καραμανλής έμαθα πως είχε πει με τη λεπτότητα που τον διέκρινε: «Ήταν καλές οι προθέσεις του.»
Τώρα για τα βιβλία του, εννοείται πως είναι ιδιαίτερα δυσκολοδιάβαστα. Έκανα μεγάλες προσπάθειες για να διαβάσω το «Μυθιστόρημα της κ. Έρσης» και το «Ο πεθαμένος και η Ανάσταση», αλλά με αντάμειψαν με ωραία αποσπάσματα και σπουδαίες αποφθεγματικές φράσεις τις οποίες δημοσίευσα στην ιστοσελίδα μου.
Να σε ρωτήσω τέλος, Σοφία, αν μπορείς να μου εξηγήσεις τι είναι η τεχνική του παστίς.
Στα αγγλικά ονομάζεται fake art, στα γαλλικά pastiche και στα ιταλικά pasticcio - όπως το γνωστό φαγητό. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, αναφέρεται σε ένα απροσδόκητο είδος τέχνης που... προσποιείται ότι είναι κάτι προγενέστερο και διασημότερο από αυτό που πραγματικά είναι.
«Φέικ αρτ», «παστίς» ή «παστίτσιο» σημαίνουν ένα πράγμα: τη μίμηση του στυλ κάποιου γνωστού δημιουργού, που δεν στοχεύει στην υποκλοπή ή την παρωδία ενός πρωτοτύπου. Αποτελεί, αντίθετα, πρωτότυπο (συχνά και χιουμοριστικό) φόρο τιμής νεότερων καλλιτεχνών προς τους «δασκάλους» που προηγήθηκαν. Η «ψεύτικη» τέχνη δεν πρέπει να συγχέεται με την πλαστογραφία. Η πρώτη έχει ευγενείς και δημιουργικούς σκοπούς. Η δεύτερη βασίζεται στην εξαπάτηση για προσπορισμό παράνομου κέρδους. Στην πρώτη περίπτωση ο καλλιτέχνης θέτει υπό αίρεση τη γνησιότητα, την αισθητική απόλαυση και το αδιαμφισβήτητο κύρος που συνοδεύουν τα κλασικά έργα τέχνης. Στη δεύτερη περίπτωση ο «καλλιτέχνης» θέτει υπό αίρεση την ίδια την ελευθερία του, καθώς, αν τον πιάσουν, έχει... εξασφαλισμένη θέση στη φυλακή!
Ελπίζω να σε κάλυψα...
Δημοσίευση σχολίου