Ιδιαίτερα ενδιαφέρον θεωρώ το να ασχοληθούμε με τους παράλληλους βίους του συγγραφέα Παπαδιαμάντη (1851-1911) και του ζωγράφου Θεόφιλου Χατζη-Μιχαήλ (1873-1934). Συγκρίνοντας τη ζωή και το έργο τους βρήκαμε πολλές ομοιότητες.
Πρώτον και οι δυο τους παρέλαβαν την αγάπη για την ελληνική αρχαιότητα μέσω του Βυζαντίου. Δεν επηρεάστηκαν από το γερμανικό νεοκλασικισμό, που ήθελε να πιστεύει ότι οι Νεοέλληνες είναι απευθείας απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων. Ο νεοκλασικισμός αυτός αποσιωπούσε την προσφορά του Βυζαντίου στη διαφύλαξη της ελληνικής αρχαιότητας, λοιδορούσε την παράδοση και τη βυζαντινή τέχνη. Ο Θεόφιλος και ο Παπαδιαμάντης έμειναν προσηλωμένοι στον κόσμο της παράδοσης και της Ορθοδοξίας. Απομακρύνθηκαν γρήγορα από τη δουλική μίμηση των δυτικών προτύπων. Ο πρώτος, ξεπέρασε τη μίμηση των έργων του βαυαρού ζωγράφου Hess και στο ώριμο έργο του οδηγήθηκε από το ελληνικό φως- πιθανόν, βέβαια, εν αγνοία του- σε συνθέσεις όπου με την κατάλληλη επεξεργασία του χρώματος δημιουργεί ένα ελληνικό ζωγραφικό ύφος. Ο Παπαδιαμάντης άφησε την τέχνη του ιστορικού μυθιστορήματος, που είχε πρωτοκαλλιεργηθεί στην Ευρώπη, και στράφηκε στην ελληνική πραγματικότητα. Με τα διηγήματά του δημιούργησε μια προσωπική αφηγηματική μέθοδο κι ένα ύφος καθαρά ελληνικό και ορθόδοξο. «Σ’ όποια σελίδα του κι αν σταθούμε, αναγνωρίζουμε κάτω από το χριστιανό, τον Έλληνα» (Οδ. Ελύτης).
Έπειτα και οι δυο ήταν αντικομφορμιστές, απείθαρχοι στα κελεύσματα του συρμού. Όταν στην Ελλάδα θριάμβευε ο πραγματισμός και ο ακαδημαϊσμός, αυτοί αγνόησαν σχολές και τεχνοτροπίες. Το ταλέντο ήξεραν στραγγαλίζεται, αν μπει σε καλούπια. Ελεύθεροι μπόρεσαν να δουν με καθαρή ματιά τον τόπο και το λαό τους. Ο Παπαδιαμάντης παρόλο που έμεινε για ένα μεγάλο διάστημα στην Αθήνα, δημιουργούσε, εκτός των λογοτεχνικών κύκλων της εποχής. Ο Θεόφιλος αγνόησε τις θεωρίες του βαυαρικού νεοκλασικισμού. Η σύγκρισή τους με Έλληνες εκπροσώπους του νεοκλασικισμού στη ζωγραφική και τη λογοτεχνία θα έδειχνε τη διαφορά. Ο Θεόφιλος δε ζωγράφισε τις ελληνικές ηθογραφίες με τον τρόπο του Ν. Γύζη (1842-1901). Στο έργο του Ν. Γύζη παρατηρούμε το τέλειο σχέδιο, τη φωτοσκίαση, την προοπτική και τα παγερά χρώματα των δυτικότροπων συνθέσεων. Ο Γύζης είχε σπουδάσει στη Γερμανία, αγωνίστηκε για να φανεί ισάξιος των Ευρωπαίων, αλλά του ξέφυγε από το βλέμμα του η ελληνική πραγματικότητα. Αντίθετα κοιτώντας τις ηθογραφίες του Θεόφιλου, βλέπομε να αναδύεται το ελληνικό φως μέσα από τα χρώματα. Ο ασπούδαχτος Θεόφιλος με το χρώμα και την παράδοση της βυζαντινής αγιογραφίας δημιούργησε νεοελληνική ζωγραφική.
Ο Παπαδιαμάντης στη λογοτεχνία θα μπορούσε να ακολουθήσει τα βήματα ενός Α.Ρ. Ραγκαβή (1809-1892) συνεχίζοντας την παράδοση του ιστορικού μυθιστορήματος του W. Scott ή να γράψει διηγήματα, που να μην έχουν σχέση με την ελληνική πραγματικότητα, όπως το «Γλουμυμάουθ» του Ραγκαβή, ή να συνθέσει ψυχρά νεοκλασικά στιχουργήματα. Ευτυχώς, δεν έκαμε τίποτα από αυτά. Ακόμη και στη γλώσσα ακολούθησε ένα πρωτοπόρο δρόμο. Όχι την καθαρεύουσα των Φαναριωτών, αλλά ένα ιδιόλεκτο όπου δένει αρμονικά στοιχεία απ’ όλη την παράδοση της ελληνικής γλώσσας (αρχαία, βυζαντινή, καθαρεύουσα, δημοτική).
Ο Θεόφιλος και ο Παπαδιαμάντης επίσης ήταν ταπεινοί και καταφρονεμένοι. Η στενοκέφαλη κοινωνία, στην οποία ζούσαν, δεν μπορούσε να τους καταλάβει, ούτε να συγχωρήσει τις ονειροπολήσεις τους, την αδυναμία τους να ασχοληθούν με πρακτικά ζητήματα. Τα παιδιά πείραζαν τον «αχμάκη» Θεόφιλο και ο κόσμος έλεγε ότι ο Παπαδιαμάντης ασχολούνταν με έργα «ουχί παραδεδεγμένης χρησιμότητος». Πέθαναν πάμπτωχοι και παραγνωρισμένοι. Κάποιοι πρόσεξαν μόνο τις ατέλειες στο σχέδιο του Θεόφιλου. Για τον Παπαδιαμάντη είπαν ότι το έργο του «το σημαδεύει απόλυτη ανεμελιά, αντίθετη με κάθε νόημα τέχνης»(Κ.Θ. Δημαράς) και ότι τα διηγήματά του έχουν «το βαρετό και το άνοστο, το παρακατιανό και το αδούλευτο» (Π. Βλαστός).
Ο χρόνος, όμως, τους δικαίωσε και αποκάλυψε την αξία και τη μεγαλοσύνη τους. Το έργο τους έχει δυό μεγάλες αρετές την αλήθεια και την απλότητα. Αυτές οι αρετές πηγάζουν από την αληθινή επαφή τους με τον τόπο τους, την παράδοση και τον ελληνικό λαό. Όπως είπε ο Β. Βασιλικός, «ο 21ος αιώνας θα είναι ο αιώνας του Παπαδιαμάντη»
Κόμβος Γυμνασίου Πλατανιά.
3 σχόλια:
Σοφία, άλλο ένα εξαιρετικό σου άρθρο! Στο κείμενό σου φαίνεται -εκτός από τη γνώση- και η αγάπη που έχεις ειδικά για τον Παπαδιαμάντη.
Μήπως όμως είναι υπερβολικά αισιόδοξος ο Βασιλικός και το λέω αυτό λόγω της γλώσσας που χρησιμοποιεί ο Παπαδιαμάντης, αλλά και λόγω των ηθογραφικών του θεμάτων. Δε γνωρίζω βέβαια την απήχηση που έχουν τα κείμενά του σε νέα παιδιά, ελπίζω να καταλαβαίνουν τη γλώσσα του για να μπορέσουν να νιώσουν και τη μαγεία των κειμένων του.
Αγαπητέ μου Θωμά,εκτός απο τις ευχαριστίες μου εύχομαι να σου μεταφέρω και λίγη παπαδιαμαντική μαγεία.Εχεις απόλυτο δίκιο, είναι ιδιαίτερα δύσκολη η γλώσσα για τα νέα παιδιά,οχι σε όλα τα διηγήματα όμως.Εχω απομονώσει πολλά έργα του, αρκετά κατανοητά και με ελάχιστη δυσκολία πρόσληψης τους.Πειραματίζομαι στη τάξη-ας μου επιτρέψεις να πω- και βλέπω τα παιδιά να μαγεύονται.Ανακαλύψαμε τη διαχρονικότητα του αλλά και την ευαισθητοποιημένη ύπαρξη του σε όλους τους/τις πρωταγωνιστές/στριες.
Νομίζω οτι η αγάπη μου ίσως τελικά να είναι μεταδοτική....
φιλιά.
Η αγάπη σου είναι σίγουρα μεταδοτική! Φαίνεται πως είναι κανόνας στη διδασκαλία.
Δημοσίευση σχολίου